Τα τελευταία χρόνια, ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με σοβαρές περιβαλλοντικές προκλήσεις που επηρεάζουν το κλίμα, τα οικοσυστήματα και την καθημερινή μας ζωή. Από τις αρχές του 2025, υπηρεσίες παρακολούθησης του κλίματος, όπως η Copernicus Climate Service, έχουν δημοσιεύσει ανησυχητικές εκθέσεις για την κατάσταση του πλανήτη. Ενδεικτικά, ο Ιανουάριος του 2025 καταγράφηκε ως ο θερμότερος μήνας στην ιστορία.
Ωστόσο, η αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας δεν είναι η μόνη απειλή. Ζητήματα όπως η αποψίλωση των δασών και η απώλεια της βιοποικιλότητας απαιτούν άμεση και ουσιαστική δράση για να διασφαλιστεί ένα βιώσιμο μέλλον για όλους.
Μερικά από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πλανήτης σήμερα είναι:
1. Υπερθέρμανση του πλανήτη.
Το 2024 καταγράφηκε ως το θερμότερο έτος στην ιστορία, σηματοδοτώντας μια ανησυχητική τάση στην παγκόσμια κλιματική αλλαγή. Η μέση θερμοκρασία του αέρα ήταν 1,6°C υψηλότερη από τα επίπεδα της προβιομηχανικής περιόδου (1850-1900), ξεπερνώντας το 2023 – το οποίο πλέον κατατάσσεται στη δεύτερη θέση – με μέση θερμοκρασία 1,2°C υψηλότερη. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι το 2024 ήταν το πρώτο έτος στην ιστορία όπου η αύξηση της θερμοκρασίας ξεπέρασε το όριο του 1,5°C. Αυτό το όριο θεωρείται κρίσιμο, καθώς σχετίζεται με σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον και την ανθρώπινη ζωή, σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού.

Το ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών δεν περιορίζεται μόνο στα δύο τελευταία έτη, αλλά, σύμφωνα με την Υπηρεσία Κλιματικής Αλλαγής Copernicus, αφορά ολόκληρη την τελευταία δεκαετία (2015 – 2024). Αυτή η συνεχής αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας επιβεβαιώνει μια ανησυχητική τάση που αναμένεται να συνεχιστεί και το 2025. Οι παρατεταμένοι και έντονοι καύσωνες γίνονται ολοένα και συχνότεροι, με σοβαρές επιπτώσεις, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Δύο από τα μεγαλύτερα προβλήματα που προκύπτουν είναι η αυξημένη κατανάλωση ενέργειας για ψύξη και οι επιπτώσεις στην υγεία, ειδικά για τις ευάλωτες ομάδες, όπως οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά, που είναι πιο ευαίσθητοι στις υψηλές θερμοκρασίες.

Η υπερθέρμανση του πλανήτη σχετίζεται άμεσα με τις αυξημένες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες όπως η καύση ορυκτών καυσίμων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, άνθρακας) για ενέργεια και μεταφορές, η αποψίλωση των δασών και η βιομηχανική δραστηριότητα προκαλούν την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου όπως διοξείδιο του άνθρακα (CO2), μεθάνιο (CH4) και οξείδια του αζώτου (N2O), τα οποία συνεισφέρουν στην άνοδο της θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας.
Οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου συνεχίζουν να αυξάνονται, με το 2023 να καταγράφει άνοδο 1,3% σε σχέση με το 2022. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO), το διοξείδιο του άνθρακα (CO₂) – το σημαντικότερο αέριο του θερμοκηπίου λόγω της ισχυρής θερμικής του επίδρασης – αυξήθηκε σημαντικά το 2023. Η ετήσια αύξηση του CO₂ κατά 2,3 ppm σηματοδότησε το 12ο συνεχόμενο έτος με αύξηση άνω των 2 ppm, ενώ η αύξηση μέσα στο 2023 έφτασε τα 2,8 ppm, μία από τις υψηλότερες που έχουν καταγραφεί. Ένας από τους βασικούς παράγοντες αυτής της αύξησης ήταν οι μεγάλες δασικές πυρκαγιές που σημειώθηκαν το 2023, απελευθερώνοντας τεράστιες ποσότητες CO₂ στην ατμόσφαιρα και επιδεινώνοντας περαιτέρω την κλιματική κρίση.
Ταυτόχρονα, η ετήσια έκθεση “Emissions Gap” του ΟΗΕ, που δημοσιεύθηκε στις 24 Οκτωβρίου 2024, αναλύει την αύξηση των εκπομπών από μια διαφορετική σκοπιά. Η έκθεση επικεντρώνεται στη διαφορά (gap) μεταξύ των πραγματικών παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου – όπως αυτές διαμορφώνονται με βάση τις υφιστάμενες πολιτικές – και των απαιτούμενων επιπέδων εκπομπών για την επίτευξη των κλιματικών στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού (2015). Τα ευρήματα είναι ανησυχητικά: εάν οι κυβερνήσεις δεν αναλάβουν άμεση και πιο φιλόδοξη δράση, ώστε να μειώσουν σχεδόν στο μισό τις εκπομπές έως το 2030, ο στόχος του περιορισμού της υπερθέρμανσης κάτω από 1,5°C δεν θα είναι εφικτός. Επιπλέον, ακόμα και το όριο των 2°C θα τεθεί σε κίνδυνο, οδηγώντας σε σοβαρές επιπτώσεις για το κλίμα και τα οικοσυστήματα του πλανήτη.

2. Εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα.
Τα ορυκτά καύσιμα εξακολουθούν να αποτελούν την κύρια πηγή ενέργειας παγκοσμίως, καλύπτοντας πάνω από το 80% της συνολικής πρωτογενούς ενέργειας. Παρόλο που η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών έχει συμβάλει στη μείωση της εξάρτησης από αυτά, η χρήση πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Οι βιομηχανίες με μεγάλες ενεργειακές απαιτήσεις εξακολουθούν να βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα, καθώς η μετάβασή τους σε καθαρές μορφές ενέργειας παραμένει πρόκληση. Ειδικά στον τομέα των μεταφορών, το πετρέλαιο παραμένει κυρίαρχο, καθώς τα ηλεκτρικά και εναλλακτικά καύσιμα δεν έχουν ακόμη αντικαταστήσει πλήρως τα συμβατικά μέσα κίνησης.
Σύμφωνα με μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί, εκτιμάται ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες, εξαιρουμένης της Κίνας, θα χρειαστούν περίπου 2,4 εκατομμύρια δολάρια ετησίως για τη χρηματοδότηση του κλίματος έως το 2030 για την επίτευξη των κλιματικών στόχων. Ζήτημα όμως αποτελεί ποιες χώρες θεωρούνται ανεπτυγμένες, επομένως και με υποχρέωση χρηματοδότησης, και ποιες όχι, οπότε και απαλλάσσονται από αυτή. Σύμφωνα με τη Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, που υπογράφτηκε το 1992 και βάσει αυτού πραγματοποιούνται όλες οι Διεθνείς Διασκέψεις, πολλές χώρες που θεωρούνταν τότε αναπτυσσόμενες είναι πλέον οικονομικά εύρωστες και με υψηλές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, όπως η Κίνα και η Ινδία, ενώ τα πετρελαϊκά κράτη όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα αντιμετωπίζονται ακόμη ως αναπτυσσόμενες χώρες.
Μια εναλλακτική προσέγγιση για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου είναι το εμπόριο δικαιωμάτων άνθρακα, μια πρακτική που έχει συζητηθεί εκτενώς στο πλαίσιο των Διεθνών Διασκέψεων για το Κλίμα του ΟΗΕ (COP). Στη Διάσκεψη COP29, εγκρίθηκαν νέα σχέδια και κανόνες για τη δημιουργία ενός διεθνούς συστήματος εμπορίας άνθρακα. Το σύστημα αυτό επιτρέπει στις ανεπτυγμένες χώρες να αγοράζουν πιστώσεις άνθρακα, ώστε να αντισταθμίσουν τις δικές τους εκπομπές, χρηματοδοτώντας παράλληλα έργα μείωσης των ρύπων σε άλλες χώρες. Ωστόσο, η πρακτική αυτή έχει εγείρει σοβαρές ανησυχίες για την περιβαλλοντική της αξιοπιστία. Πολλοί ειδικοί επισημαίνουν ότι οι πιστώσεις άνθρακα δεν εγγυώνται πάντα πραγματικές ή μόνιμες μειώσεις εκπομπών, γεγονός που μπορεί να υπονομεύσει την ουσιαστική πρόοδο προς την επίτευξη των παγκόσμιων κλιματικών στόχων.

3. Αποψίλωση των δασών
Σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (UNEP) τεράστιες εκτάσεις δασών, σε μέγεθος περίπου όσο αυτό της Πορτογαλίας, αποψιλώνονται ετησίως. Μέχρι το 2030 ο πλανήτης εκτιμάται να έχει μόνο το 10% των δασών του, αν δεν ληφθούν πιο αυστηρά μέτρα σχετικά με την αποψίλωση.
Οι χώρες με τη μεγαλύτερη αποψίλωση είναι η Βραζιλία, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό και η Ινδονησία. Το τροπικό δάσος του Αμαζονίου, το μεγαλύτερο στον κόσμο, φιλοξενεί περίπου τρία εκατομμύρια είδη. Παρά τις προσπάθειες προστασίας, η αποψίλωση συνεχίζεται, με τη Βραζιλία να χάνει 1,5 εκατομμύρια εκτάρια ετησίως, αντιπροσωπεύοντας το ένα τρίτο της παγκόσμιας τροπικής αποψίλωσης.
Πέρα όμως της οικολογικής και οικονομικής διάστασης της αποψίλωσης των δασών, η ενέργεια αυτή υποδαυλίζει τις προσπάθειες αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Η αποψίλωση των τροπικών δασών απελευθερώνει στην ατμόσφαιρα πάνω από 5,6 δισεκατομμύρια τόνους αερίων του θερμοκηπίου, ποσό ανάλογο με περίπου τέσσερις φορές των συνολικών εκπομπών από τις αερομεταφορές και τη ναυτιλία.

4. Ατμοσφαιρική ρύπανση
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMO), η ατμοσφαιρική ρύπανση ευθύνεται για περισσότερους από 4,5 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους ετησίως, προκαλώντας επίσης σοβαρές επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία, το περιβάλλον και την οικονομία. Οι ρύποι που συμβάλλουν στην ατμοσφαιρική ρύπανση συνδέονται άμεσα με τα αέρια του θερμοκηπίου, επηρεάζοντας τόσο την κλιματική αλλαγή όσο και την υγεία των οικοσυστημάτων
Στην Ευρώπη, η ατμοσφαιρική ρύπανση παραμένει ο μεγαλύτερος περιβαλλοντικός κίνδυνος για την υγεία, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (EEA). Το 2022, εκτιμάται ότι η χρόνια έκθεση σε βασικούς ρύπους προκάλεσε 239.000, 70.000 και 48.000 πρόωρους θανάτους, λόγω χρόνιας έκθεσης σε αιρούμενα σωματίδια PM2.5, σε όζον και ε διοξείδιο του αζώτου αντίστοιχα. Η ρύπανση του αέρα πλήττει ιδιαίτερα τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως τα άτομα χαμηλότερου κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά και όσοι αντιμετωπίζουν προϋπάρχουσες παθήσεις.
5. Υπεραλίευση και απώλεια της βιοποικιλότητας.
Η υπεραλίευση αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για το θαλάσσιο περιβάλλον, οδηγώντας σε ρύπανση των ωκεανών και απώλεια βιοποικιλότητας. Περίπου 12% του παγκόσμιου πληθυσμού εξαρτάται από την αλιεία για την επιβίωσή του, με το 90% αυτών να είναι μικρής κλίμακας ψαράδες που βασίζονται στους φυσικούς πόρους για τα προς το ζην. Ωστόσο, η ανεξέλεγκτη αλιεία έχει σοβαρές συνέπειες: το 30% των εμπορικών αλιευτικών ζωνών παγκοσμίως είναι υπεραλιευμένες και τα ιχθυαποθέματα εξαντλούνται ταχύτερα από ό,τι μπορούν να αναπληρωθούν, οδηγώντας σε δραματική μείωση των πληθυσμών των ψαριών.
Ταυτόχρονα, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και της κατανάλωσης, καθώς και η διεύρυνση του παγκόσμιου εμπορίου έχουν οδηγήσει, τις τελευταίες δεκαετίες, σε υπερεκμετάλλευση των φυσικών πόρων.
Σύμφωνα με έκθεση του WWF (2020), οι πληθυσμοί θηλαστικών, ψαριών, πτηνών, ερπετών και αμφιβίων μειώθηκαν κατά 68% από το 1970 έως το 2016, κυρίως λόγω της μετατροπής των φυσικών οικοσυστημάτων σε άλλες χρήσεις, οι οποίες καταστρέφουν τους βιότοπους και διαταράσσουν την ισορροπία της άγριας ζωής.
Μια ανάλυση του 2021 προειδοποιεί ότι η έκτη μαζική εξαφάνιση ειδών βρίσκεται σε επιτάχυνση, με πάνω από 500 είδη ζώων να κινδυνεύουν να εξαφανιστούν μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες. Στην Ανταρκτική, η τήξη των θαλάσσιων πάγων λόγω της κλιματικής αλλαγής απειλεί σοβαρά την επιβίωση των αυτοκρατορικών πιγκουίνων. Σύμφωνα με έρευνα του 2023, αν η υπερθέρμανση του πλανήτη συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς, ολόκληροι πληθυσμοί πιγκουίνων θα μπορούσαν να εξαφανιστούν έως το 2100.

6. Επισιτιστική και υδατική ασφάλεια
Η άνοδος της θερμοκρασίας και οι μη βιώσιμες γεωργικές πρακτικές επιδεινώνουν την επισιτιστική και υδατική ανασφάλεια, απειλώντας την παραγωγή τροφίμων και την ποιότητα του πόσιμου νερού. Η εκτεταμένη χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων εμπλουτίζει το έδαφος με χημικές ουσίες, οι οποίες καταλήγουν σε υδάτινα οικοσυστήματα, μολύνοντας τους υδάτινους πόρους και επηρεάζοντας τόσο την ανθρώπινη υγεία όσο και τη θαλάσσια ζωή. Παράλληλα, η υπερβολική άροση καταστρέφει τη δομή του εδάφους, μειώνοντας τη γονιμότητά του σε βάθος χρόνου και καθιστώντας τις καλλιέργειες λιγότερο παραγωγικές.
Ο Διεθνής Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας (FAO) εκτιμά ότι έως το 2050, η παγκόσμια ζήτηση τροφίμων θα αυξηθεί κατά 70%, ενώ ήδη 820 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο υποφέρουν από υποσιτισμό. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, η παγκόσμια επισιτιστική κρίση θα μπορούσε να επηρεάσει εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους, επιδεινώνοντας τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες. Το πρόβλημα επιδεινώνεται και από την υδατική κρίση. Αν και το νερό καλύπτει το 71% της Γης, μόνο το 3% των παγκόσμιων αποθεμάτων είναι γλυκό νερό, και από αυτό, τα δύο τρίτα είναι μη διαθέσιμα (παγιδευμένα σε παγετώνες ή υπόγεια αποθέματα). Ήδη 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι στερούνται πρόσβασης σε καθαρό νερό, γεγονός που απειλεί τη δημόσια υγεία, την αγροτική παραγωγή και τη σταθερότητα πολλών περιοχών.
7. Fast Fashion και Απόβλητα Κλωστοϋφαντουργίας
Η βιομηχανία της μόδας αποτελεί έναν από τους πιο ρυπογόνους κλάδους παγκοσμίως, ευθυνόμενη για το 10% των συνολικών εκπομπών άνθρακα – ποσοστό που ξεπερνά τις εκπομπές των αερομεταφορών και της ναυτιλίας μαζί. Επιπλέον, η παραγωγή και βαφή υφασμάτων απαιτεί τεράστιες ποσότητες νερού, καταναλώνοντας περίπου 93 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως. Αυτή η διαδικασία συμβάλλει στο 20% των παγκόσμιων λυμάτων, ρυπαίνοντας τα υδάτινα οικοσυστήματα και επιδεινώνοντας την παγκόσμια υδατική κρίση.
Κάθε χρόνο, απορρίπτονται περίπου 92 εκατομμύρια τόνοι κλωστοϋφαντουργικών αποβλήτων, με την ποσότητα αυτή να εκτιμάται ότι θα φτάσει τα 134 εκατομμύρια τόνους έως το 2030. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των απορριμμάτων καταλήγει σε χωματερές ή ρυπαίνει το περιβάλλον με μικροπλαστικά, καθώς πολλά ρούχα κατασκευάζονται από συνθετικά υλικά που δεν βιοδιασπώνται. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτού του φαινομένου είναι η έρημος Ατακάμα στη Χιλή, όπου εκατομμύρια τόνοι μεταχειρισμένων ρούχων από την Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική απορρίπτονται κάθε χρόνο. Μόνο το 2023, καταγράφηκαν 46 εκατομμύρια τόνοι αποβλήτων ένδυσης, δημιουργώντας ένα τεράστιο περιβαλλοντικό πρόβλημα.
8. Υποβάθμιση του εδάφους
Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, περίπου 40% του εδάφους παγκοσμίως έχει ήδη υποβαθμιστεί λόγω ανθρώπινων δραστηριοτήτων, όπως οι εντατικές καλλιέργειες και η υπερβολική χρήση χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων. Εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, εκτιμάται ότι έως το 2050, η απώλεια γόνιμου εδάφους θα φτάσει σε έκταση αντίστοιχη με εκείνη της Νότιας Αμερικής, γεγονός που θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια.

Παρά τις ακραίες κλιματικές προκλήσεις υπάρχει χώρος για δράση για το κλίμα. Η συμβολή σε έναν πιο βιώσιμο πλανήτη μπορεί να επιτευχθεί μέσω απλών αλλά ουσιαστικών ενεργειών. Η υποστήριξη πολιτικών που προωθούν την κλιματική δράση, η μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος μέσω ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και βιώσιμων μετακινήσεων, καθώς και η υιοθέτηση πρακτικών όπως η ανακύκλωση και η μείωση πλαστικών, συνεισφέρουν στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Η στήριξη περιβαλλοντικών οργανώσεων και η ευαισθητοποίηση της κοινωνίας αποτελούν σημαντικά βήματα για την προώθηση βιώσιμων λύσεων.
Πηγή: https://earth.org/the-biggest-environmental-problems-of-our-lifetime/
https://ourworldindata.org/deforestation
https://wmo.int/news/media-centre/greenhouse-gas-concentrations-surge-again-new-record-2023
https://showyourstripes.info/l
https://climate.copernicus.eu/copernicus-2024-first-year-exceed-15degc-above-pre-industrial-leve
Leave a Comment