Οι ξηροθερμικές εκτάσεις καλύπτουν πλέον σχεδόν το 41% των εδαφών του πλανήτη (εξαιρουμένης της Ανταρκτικής), σύμφωνα με νέα μελέτη του ΟΗΕ. Ως ξηροθερμικές χαρακτηρίζονται οι περιοχές με δείκτη ξηρότητας (Aridity Index, ΑΙ)[1] μικρότερο ή ίσο του 0,65, γεγονός που υποδεικνύει την υπεροχή της εξατμισοδιαπνοής έναντι της μέσης βροχόπτωσης στο υδρολογικό ισοζύγιο.
Οι επιστήμονες, στο πλαίσιο της διεπαφής της επιστήμης και της πολιτικής της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης (United Nations Convention to Combat Desertification, UNCCD), τεκμηρίωσαν για πρώτη φορά τις τρέχουσες και μελλοντικές τάσεις, καθώς και τις επιπτώσεις της ξηρασίας. Στην έκθεση εκτιμάται ότι περισσότερα από τα τρία τέταρτα των εδαφών στη Γη γνώρισαν ξηρότερο κλίμα κατά τη διάρκεια των τριών δεκαετιών μέχρι το 2020, σε σύγκριση με την προηγούμενη κλιματική περίοδο 30 ετών. Οι ξηροθερμικές περιοχές επεκτάθηκαν κατά περίπου 4,3 εκατομμύρια km2, έκταση ίση με το μισό περίπου μέγεθος της ηπείρου της Αυστραλίας.
Η αυξητική τάση της ξηρασίας σε μεγάλο βαθμό αποδίδεται στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή, με τους επιστήμονες να προειδοποιούν ότι αν οι προσπάθειες μετριασμού της κλιματικής αλλαγής αποτύχουν, άλλο ένα 3% των υγρών περιοχών του πλανήτη αναμένεται να μετατραπεί σε ξηροθερμικές περιοχές μέχρι το τέλος του αιώνα. Αυτή η τάση επηρεάζει άμεσα τις ανθρώπινες δραστηριότητες, καθώς το 2020 σχεδόν το
ένα τρίτο του παγκόσμιου πληθυσμού (30,9%) ζούσε σε περιοχές με έντονη ξηρότητα, συγκριτικά με το 1990 που το ποσοστό αυτό ήταν λίγο πάνω από το ένα πέμπτο (22,5%).. Ταυτόχρονα, οι μελλοντικές εκτιμήσεις, με τη χρήση κλιματικών μοντέλων και του πιο απαισιόδοξου σεναρίου, υποδεικνύουν ότι έως και 5 δισεκατομμύρια άνθρωποι θα μπορούσαν να κατοικούν σε ξηρές περιοχές έως το 2100. Στην περίπτωση αυτή, ο πληθυσμός των ξηροθερμικών περιοχών υπερδιπλασιάζεται, με δύο στους πέντε ανθρώπους στον πλανήτη να ζουν σε ξηρές περιοχές, γεγονός που πιθανόν να εντείνει τις περιφερειακές αντιπαλότητες. Η έκθεση αναγνωρίζει την περιοχή της Ελλάδας και ολόκληρη τη Μεσόγειο, καθώς και τη βόρεια πλευρά της Μαύρης Θάλασσας ως περιοχές ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και εστίες επέκτασης της ξηρασίας (hotspots).
Η αυξανόμενη ξήρανση, τόσο σε έκταση όσο και σε ένταση, σε συνδυασμό με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, μπορεί να επιφέρει επιπτώσεις όπως υποβάθμιση της ποιότητας του εδάφους, ερημοποίηση και λειψυδρία. Αυτές οι συνθήκες μπορούν να προκαλέσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις επηρεάζοντας πολλούς συναφείς περιβαλλοντικούς και κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η επισιτιστική και υδατική ανασφάλεια, η χαμηλή γονιμότητα του εδάφους, οι απώλειες στην παραγωγικότητα των καλλιεργειών και των φυτών, η μείωση της βιοποικιλότητας, η υποβάθμιση των οικοσυστημάτων, οι έντονες αμμοθύελλες και καταιγίδες σκόνης, η αύξηση του κινδύνου πυρκαγιάς λόγω αύξησης της ξηρής καύσιμης ύλης, προβλήματα στην ανθρώπινη υγεία και, σε ακραίες περιπτώσεις, η μετανάστευση πληθυσμών.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι οικονομικές επιπτώσεις της ξηρασίας αναμένονται σημαντικές. Η Αφρική έχει ήδη υποστεί απώλειες που αντιστοιχούν περίπου στο 12% του ΑΕΠ της (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν)[2] λόγω της αυξανόμενης ξηρασίας μεταξύ 1990 και 2015, ενώ εκτιμάται ότι αυτές οι απώλειες θα αυξηθούν φτάνοντας περίπου το 16% μέσα στην επόμενη μισή δεκαετία. Ο εκτελεστικός γραμματέας της UNCCD δηλώνει ότι σε αντίθεση με τις μετεωρολογικές ξηρασίες, δηλαδή περιόδους χαμηλής βροχόπτωσης, όταν το κλίμα μιας περιοχής γίνεται ξηρότερο χάνεται η δυνατότητα επιστροφής στις προηγούμενες συνθήκες, γεγονός που επαναπροσδιορίζει τη ζωή στη Γη.
Η αντιμετώπιση της ξηρασίας απαιτεί μετασχηματιστικές προσεγγίσεις που συνδυάζουν την παραδοσιακή και τοπική γνώση με τη σύγχρονη επιστημονική κατανόηση και καινοτόμες τεχνικές λύσεις. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στη βιώσιμη διαχείριση γεωργικών και κτηνοτροφικών δραστηριοτήτων, προσαρμοσμένες στις εντεινόμενες συνθήκες ξηρασίας και στην επέκταση των ξηροθερμικών περιοχών. Η συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών είναι κρίσιμη και πρέπει να υποστηρίζεται από επαρκείς οικονομικούς πόρους, αποτελεσματικές δομές διακυβέρνησης, συνεργασίες και πρωτοβουλίες ανάπτυξης δεξιοτήτων. Παράλληλα σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι μηχανισμοί παρακολούθησης και αξιολόγησης, οι οποίοι ενισχύουν την ανθεκτικότητα των κοινωνιών.
Πηγή: https://www.unccd.int/sites/default/files/2024-12/aridity_report.pdf
https://www.droughtmanagement.info/aridity-index-ai/
[1] Ο ΑΙ ορίζεται ως ο λόγος της μέσης μηνιαίας βροχόπτωσης προς τη δυνητική εξατμισοδιαπνοή. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ταξινόμηση του κλίματος διαφόρων περιοχών. Ο μηνιαίος υπολογισμός του AI μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της έναρξης της ξηρασίας, καθώς ο δείκτης λαμβάνει υπόψη τις επιπτώσεις της θερμοκρασίας και της βροχόπτωσης, ενώ για την ταξινόμηση του κλίματος χρησιμοποιούνται ετήσιες τιμές.
[2] Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν : μέτρο της συνολικής αξίας της ποσότητας αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται για την αγορά σε μία δεδομένη χώρα κατά μία δεδομένη χρονική περίοδο.
Leave a Comment