Υπάρχουν αρκετές περιοχές του κλιματικού συστήματος του πλανήτη όπου η συλλογή κλιματικών δεδομένων από αυτές ήταν ανέκαθεν δύσκολη από τους επιστήμονες, λόγω των ιδιαίτερων γεωμορφολογικών τους χαρακτηριστικών και της περιορισμένης προσβασιμότητας τους. Τέτοιες περιοχές, όπως πολικές περιοχές των ωκεανών, τροπικά δάση, κορυφές βουνών και απομακρυσμένα από την ακτή νησιά, αποτελούσαν κενά στη βάση δεδομένων των παρατηρήσεων που αφορούν την αποτύπωση του παγκόσμιου κλίματος. Μια εφαρμόσιμη λύση αυτού του προβλήματος και πρόταση διεύρυνσης των κλιματικών δεδομένων μπορούν να δώσουν τα διάφορα είδη ζώων που αποτελούν φυσικούς κάτοικους των περιοχών αυτών.
Η λύση βασίζεται στην ιδέα ότι τα ζώα έχουν τη δυνατότητα να μεταβούν σε μέρη που είναι σχεδόν αδύνατο να προσεγγίσει ο άνθρωπος ή υπάρχουν ελάχιστες καταγραφές επίγειων σταθμών. Συνεπώς, περισσότερα από 1000 είδη ζώων έχουν επιστρατευτεί στις κλιματικές μετρήσεις με αισθητήρες που ενσωματώνονται πάνω τους για τη συλλογή δεδομένων.
Σε σχετική έρευνα του υποψήφιου διδάκτορα του Πανεπιστημίου Yale, Ellis-Soto, αναφέρεται ότι εκατομμύρια παρατηρήσεις έχουν συλλεχθεί με αυτό τον τρόπο. Τα δεδομένα αυτά μπορούν να διευρύνουν την υπάρχουσα βάση που συντίθεται κυρίως από δεδομένα μετεωρολογικών σταθμών, δορυφορικές παρατηρήσεις, πλωτούς δορυφορικούς σταθμούς και αισθητήρες συνδεδεμένους με αντικείμενα όπως ωκεάνιες σημαδούρες. Ενώ πρόκειται για ένα εύρωστο σύστημα καταγραφής κλιματικών δεδομένων δεν δύναται να προσφέρει μια πλήρη αποτύπωση όλου του πλανήτη και των μικροκλιμάτων που τον απαρτίζουν ή όλων των μοτίβων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της περιορισμένης κάλυψης αποτελεί το δίκτυο των μετεωρολογικών σταθμών, των όποιων οι τοποθεσίες καλύπτουν συγκεκριμένες προδιαγραφές (π.χ. ελάχιστο πλήθος σταθμών πάνω από 2.000 μέτρα υψόμετρο). Επίσης η ανάπτυξη της δορυφορικής τηλεπισκόπησης προσέφερε τεράστια ώθηση στη συλλογή δεδομένων, παρόλα αυτά περιορίζεται από τη χωρική ανάλυση των δορυφόρων ή την ύπαρξη εμποδίων, όπως η νεφοκάλυψη της περιοχής.
Αντίστοιχα, στις μετρήσεις που συμμετέχουν διαφορετικά είδη ζώων συλλέγονται δεδομένων διαφορετικών παραμέτρων όπως η θερμοκρασία αέρα, νερού, ταχύτητα και κατεύθυνση ανέμου, αλατότητα των θαλασσών, συγκεντρώσεις ρίπων κ.α. ενώ αποτελούν έμβιους παρατηρητές ακραίων κλιματικών επεισοδίων, όπως καύσωνες.
Στην έρευνα καταγράφονται μια πληθώρα ζώων που επιλέγονται για τις μετρήσεις. Για παράδειγμα οι φώκιες στην Ανταρκτική που έχουν τη δυνατότητα κατάδυσης έως και 1000 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, πολλά είδη πτηνών που πετούν σε διαφορετικά ύψη στην ατμόσφαιρα πάνω από δυσπρόσιτες περιοχές, όπως τα Ιμαλάια, ή εκπαιδεύονται να πετούν σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως τα περιστέρια πετούν γύρω από την πρωτεύουσα της Μογγολίας, Ουλάν Μπατόρ, με αισθητήρες στο σώμα τους που βοηθούν στη μέτρηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Στο άρθρο που αναρτήθηκε πρόσφατα στο Nature Climate Change αναφέροντα ποικίλα παραδείγματα δεδομένων που συλλέγοντα από τη χρήση μικροαισθητήρων τοποθετημένων στη γούνα ζώων που συνέβαλαν στην καλύτερη κατανόηση διεργασιών που αφορούν τους ωκεανούς, σημαντικού παράγοντα του κλιματικού συστήματος, καθώς και την καταγραφή δεδομένων σε περιοχές που κατά τη χειμερινή περίοδο καλύπτονται από θαλάσσιο πάγο. Τα δεδομένα αυτά επίσης αποτελούν σημαντικό παράγοντα για τον έλεγχο της απόδοσης των κλιματικών μοντέλων σε όλες τις περιοχές του πλανήτη για όλες τις χρονικές περιόδους όπου δεν υπάρχουν άλλες παρατηρήσεις για να συγκριθούν οι τιμές που προκύπτουν από αυτά.
Αυτή η μέθοδος συλλογής δεδομένων παρουσιάζει προφανώς και μειονεκτήματα. Η θερμότητα του σώματος του ζώου μπορεί να επηρεάσει τις μετρήσεις, η παρακολούθηση της θέσης του ζώου μέσω GPS μπορεί να επιφέρει σφάλματα, ενώ το μέγεθος και το κόστος των αισθητήρων χρήζει βελτίωσης. Επίσης η προσάρτηση αισθητήρα στο ζώο δεν θα πρέπει να έχει αντίκτυπο στη φυσική ζωή του ζώου ούτε να γίνεται υπερεκμετάλλευση αυτών.
Πηγή: https://yaleclimateconnections.org/2024/02/all-this-climate-data-is-wild/
Leave a Comment