Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση της Υπηρεσίας Κλιματικής Αλλαγής του Copernicus (Copernicus Climate Change Service-C3S), ο πλανήτης μας συνεχίζει να καταρρίπτει τα θερμοκρασιακά ρεκόρ, καθώς ο Ιανουάριος του 2025 αναδείχθηκε παγκοσμίως ως ο θερμότερος Ιανουάριος που έχει καταγραφεί ποτέ. Το νέο ρεκόρ ξεπέρασε και εκείνο του Ιανουαρίου του 2024. Αυτό το ανησυχητικό φαινόμενο συνεχίζεται παρά την έναρξη του φαινομένου La Niña στον τροπικό Ειρηνικό, το οποίο συνήθως φέρνει ψυχρότερες συνθήκες.
Πιο αναλυτικά, η μέση παγκόσμια θερμοκρασία για τον Ιανουάριο 2025 ήταν 13,23 °C, ξεπερνώντας κατά 0,79 °C τη μέση τιμή της περιόδου 1991-2020 για τον ίδιο μήνα και κατά 1,75 °C τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής (1850-1900). Ακόμη, ο Ιανουάριος αποτέλεσε τον 18ο από τους τελευταίους 19 μήνες κατά τους οποίους η μέση παγκόσμια θερμοκρασία ξεπέρασε το κρίσιμο όριο των 1,5 °C από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Τα δεδομένα του Copernicus (ERA5- C3S) δείχνουν ότι η μέση θερμοκρασία για την περίοδο Φεβρουαρίου 2024 – Ιανουαρίου 2025 ήταν 0,73 °C υψηλότερη από τη μέση τιμή της περιόδου 1991-2020, ενώ ξεπερνούσε κατά 1,61 °C τη μέση θερμοκρασία της προβιομηχανικής περιόδου (1850-1900).
Οι επιστήμονες ανέμεναν ότι η κορύφωση του φαινομένου El Niño, τον Ιανουάριο του 2024, θα ακολουθούνταν από μια μείωση των ακραίων θερμοκρασιών, καθώς οι κλιματικές συνθήκες μετατοπίζονται προς την αντίθετη φάση, με την έναρξη του “La Niña”. Ωστόσο, οι θερμοκρασίες παρέμειναν σε επίπεδα ρεκόρ, προκαλώντας ερωτήματα σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν τις θερμοκρασίες. Η εξέλιξη αυτή δείχνει πως οι υψηλές θερμοκρασίες δεν επηρεάζονται μόνο από φυσικές διακυμάνσεις του κλίματος, αλλά και από τη συνεχιζόμενη ανθρώπινη επίδραση στην υπερθέρμανση του πλανήτη. Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι ενώ τα φυσικά κλιματικά φαινόμενα όπως το El Niño και το La Niña μπορούν να επηρεάσουν τις θερμοκρασίες βραχυπρόθεσμα, η καύση ορυκτών καυσίμων έχει οδηγήσει στη μακροπρόθεσμη υπερθέρμανση του πλανήτη.

Για την Ευρώπη, η μέση θερμοκρασία τον Ιανουάριο 2025 ήταν 2,51 °C πάνω από τη μέση τιμή της περιόδου 1991-2020, καθιστώντας αυτόν, τον δεύτερο θερμότερο Ιανουάριο που έχει καταγραφεί. Εκτός Ευρώπης, οι θερμοκρασίες ήταν πάνω από τον μέσο όρο σε περιοχές όπως ο βορειοανατολικός και βορειοδυτικός Καναδάς, η Αλάσκα και η Σιβηρία. Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα του ClimateBook, στη Βορειοδυτική Ευρώπη επικράτησαν ελαφρώς χαμηλότερες του μέσου όρου θερμοκρασίες , ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη οι θερμοκρασίες ήταν σημαντικά υψηλότερες. Ειδικότερα, αποκλίσεις άνω των 4 °C παρατηρήθηκαν στο μεγαλύτερο κομμάτι της Ανατολικής Ευρώπης, ενώ οι θερμοκρασίες αυτές αποτέλεσαν τις μέγιστες καταγεγραμμένες από το 1960 μέχρι σήμερα σε περιοχές της Ρωσίας, της Λευκορωσίας, της Ουκρανίας, της Ιταλίας και της Ελλάδας καθώς και σε όλη σχεδόν την Ανατολική Μεσόγειο.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση των δεδομένων υετού, ο Ιανουάριος ήταν σχετικά ξηρός για την Ελλάδα και για μεγάλο μέρος της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Αντιθέτως, αυξημένες ποσότητες υετού καταγράφηκαν σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, με τις τιμές να αποτελούν ρεκόρ για τη Βόρεια Γαλλία, τις Βαλτικές χώρες και τη Βόρεια Ρωσία.
Leave a Comment