Τα τελευταία έτη έχει παρατηρηθεί στην Ευρώπη ότι τα επεισόδια καύσωνα τείνουν να είναι συχνότερα, να διαρκούν περισσότερο και να είναι εντονότερα. Συχνά οι καύσωνες συνοδεύονται και από φαινόμενα ξηρασίας, γεγονός που ενισχύει τις επιπτώσεις τους.
Η αυξανόμενη διαθεσιμότητα μακροχρόνιων παρατηρήσεων δορυφορικής τηλεπισκόπησης εισάγει νέες προοπτικές για την παρακολούθηση των ακραίων κλιματικών συνθηκών, όπως οι καύσωνες και οι ξηρασίες. Παρά τα σαφή πλεονεκτήματα που παρέχει η χρήση δορυφορικών δεδομένων επιφανειακής θερμοκρασίας του εδάφους (Land Surface Temperature, LST) (εκτενής κάλυψη, υψηλή χωρική ανάλυση, συνεχείς παρατηρήσεις), η μελέτη επεισοδίων καύσωνα μέσω αυτών είναι σχετικά περιορισμένη στη βιβλιογραφία.
Με βάση τα παραπάνω, αναπτύχθηκε, από τους κ. Καρίνου Φωτεινή, Καθ. Καρτάλη Κωνσταντίνο και τον Δρ. Αγαθαγγελίδη Ηλία (Τμήμα Φυσικής, ΕΚΠΑ), μία πρωτότυπη μεθοδολογική προσέγγιση μελέτης των καυσώνων στην περιοχή της Ευρώπης, χρησιμοποιώντας πλήθος ημερήσιων δορυφορικών δεδομένων από τον αισθητήρα MODIS για μακρά περίοδο παρατηρήσεων. Επιπλέον για την καλύτερη κατανόηση των διεργασιών της επιφανείας χρησιμοποιήθηκαν επιπρόσθετα δεδομένα επανανάλυσης (reanalysis), δείκτες ξηρασίας και παρατηρήσεις ροών ενέργειας από μικρομετεωρολογικούς πύργους
Τα ευρήματα της μελέτης αυτής καταδεικνύουν ότι το LST καταγράφει αποτελεσματικά λεπτομερή χωρικά μοτίβα που συνδέονται με τους καύσωνες και τις ξηρασίες στην Ευρώπη, αποδεικνύοντας ότι οι δορυφορικές παρατηρήσεις είναι πολύτιμες για τη διερεύνηση της δυναμικής της επιφάνειας της γης, υπό την συνθήκη της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό σε περιοχές με περιορισμένη κάλυψη μετεωρολογικών σταθμών, αφού μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη αποτελεσματικών στρατηγικών μετριασμού των επιπτώσεων φαινομένων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή.
Τα αποτελέσματα της μελέτης κατέδειξαν ότι τα επεισόδια καύσωνα τείνουν να γίνουν εντονότερα από το παρελθόν. Συγκεκριμένα βρέθηκε μια στατιστικά σημαντική τάση των θερμών ανωμαλιών του μέγιστου ετήσιου LST για το σύνολο της περιοχής της Ευρώπης. Επιπρόσθετα οι υψηλές επιφανειακές θερμοκρασίες επηρεάζουν όλο και μεγαλύτερες περιοχές. Για παράδειγμα το 75% της Ευρώπης αντιμετώπιζε σημαντικά υψηλές θερμοκρασίες κατά τον καύσωνα του 2022.
Η ένταση ενός επεισοδίου καύσωνα ενδέχεται να επηρεαστεί, πέρα από τις συνοπτικές συνθήκες, και από τις συνθήκες υγρασίας του εδάφους. Παρατηρήθηκε ότι η ξηρασία άλλοτε προηγείται του καύσωνα και λειτουργεί ως μηχανισμός ενίσχυσής του, αφού η μειωμένη υγρασία του εδάφους, έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη εξάτμιση, και συνεπώς την εξασθένηση του δροσιστικού αυτού μηχανισμού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τον παραπάνω μηχανισμό αποτέλεσε ο ισχυρός καύσωνας που έπληξε την Ευρώπη το 2003 όπως διαπιστώθηκε από τη χρήση του δείκτη ξηρασίας SPEI. Συχνά ωστόσο τα επεισόδια καύσωνα αποτελούν την αιτία εμφάνισης ξηρασίας, αφού η εισερχόμενη ηλιακή ακτινοβολία σε ημέρες καύσωνα είναι μεγαλύτερη από τις τυπικές συνθήκες, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η θερμοκρασία του εδάφους και του υπερκείμενου αέρα (καύσωνας Νοτιοανατολικής Ευρώπης του 2007).
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη ενός φαινομένου καύσωνα ή και ξηρασίας παίζει η κατανομή της διαθέσιμης ενέργειας του εδάφους σε αισθητή και λανθάνουσα ροή θερμότητας. Με τη χρήση παρατηρήσεων ροών λανθάνουσας και αισθητής θερμότητας από μικρομετεωρολογικούς πύργους αποδείχθηκε ότι καταλυτικό παράγοντα σε αυτή τη διαδικασία αποτελεί ο εκάστοτε τύπος κάλυψης γης. Παρατηρήθηκε, ότι οι εκτάσεις γρασιδιού μπορούν να ανταπεξέλθουν καλύτερα σε μικρής ή μέτριας έντασης καύσωνες, συγκριτικά με τα δάση, λόγω της έντονης εξάτμισης που λειτουργεί ως δροσιστικός μηχανισμός, όμως καταπονούνται σε μεγάλης έντασης καύσωνες, αφού με αυτό τον τρόπο εξαντλούν τα διαθέσιμα αποθέματα υγρασίας τους. Αντιθέτως, τα δάση βρέθηκε ότι ακολουθούν μία πιο συντηρητική τακτική όσον αφορά την εξατμισοδιαπνοή, εξαιτίας της οποίας μπορεί μεν να θερμαίνονται ισχυρότερα, διατηρούν δε αποθέματα νερού, οπότε και ανταπεξέρχονται καλύτερα σε ακραία επεισόδια καύσωνα.
Leave a Comment